- εωσφορίτης
- Ορυκτό, το οποίο είναι ισόμορφο με τον χιλδρενίτη. Περιέχει σε μεγάλη ποσότητα ένυδρο φωσφορικό άλας μαγγανίου, σιδήρου και αργιλίου. Μεταβάλλεται σε μικρούς κρυστάλλους ρομβικής συμμετρίας, ενώ το ειδικό του βάρος είναι 3,11-3,145. Έχει λάμψη γυαλιού και χρώμα ωχρό κόκκινο ή είναι άχρωμος. Μερικές φορές είναι και πράσινος.
* * *ο(ορυκτ.) ένυδρο φωσφορικό ορυκτό τού αργιλίου, τού μαγγανίου και τού σιδήρου που κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. eosphorite < eosphor- (πρβλ. ἑωσφόρος) + -ite (πρβλ. κατάλ. -ίτης)].
Dictionary of Greek. 2013.